Η πρώτη απόδειξη ύπαρξης της υφαντικής, απεικονίζεται στα ρούχα των λεγόμενων ειδώλιων «Αφροδίτη» που βρέθηκαν στην Άνω Παλαιολιθική Ευρασία,, καθώς και σε θραύσματα πηλού με αποτυπώματα υφασμάτων. Αποδείχτηκε η χρήση φυτικού υλικού στην παραγωγή αντικειμένων όπως φούστες, ζώνες , καπέλα, περιδέραια κ.α.
Δείγματα απλών λινών υφασμάτων ταφής αποδεικνύουν ότι η ύφανση με λινάρι υπήρχε περίπου το 6000 π.Χ στο Katal Hüyük, τοποθεσία νεολιθικής πόλης την περιοχή Ικόνιο της Ανατολίας.
Στην ίδια αρχαία πόλη βρέθηκαν βάρη αργαλειού χρονολογημένα περίπου το 7000 π.Χ.
Μερικά από τα παλαιότερα κλωστοϋφαντουργικά ευρήματα είναι
θραύσματα που βρέθηκαν σε τάφους της αρχαίας Αιγύπτου.
Η πλειονότητα τους είναι από λινό με ενθέσεις μαλλινων ταπισερί. Αυτά τα υφάσματα έχουν διατηρηθεί χάρη στο ξηρό κλίμα και την άμμο.
Τα υφάσματα στην αρχαιότητα υφαίνονταν κυρίως από λινό, βαμβάκι και μαλλί.
Κατά τους πρώτους βυζαντινούς αιώνες, όπως και στην ρωμαϊκή εποχή οι παραπάνω ύλες χρησιμοποιούνταν για τα απλότερα υφάσματα καθημερινής χρήσης.
Αναμφίβολα, τα περισσότερα τεκμήρια βυζαντινών υφασμάτων που σώθηκαν ως τις ημέρες μας στις λειψανοθηκες είναι από μετάξι, οπου η προμήθειά του έως την εποχή του Ιουστινιανού εξαρτιόταν από την Κίνα.
Οι Βυζαντινοί προμηθεύτηκαν με δόλιο τρόπο αυγά μεταξοσκώληκα, μέσω δυο νεστοριανών μοναχών οι οποίοι τα έκρυψαν στα μπαστούνια τους και τα μετέφεραν μαζί με την τεχνογνωσία, στην Κωνσταντινούπολη.